O Dion - αρχηγός και τραγουδιστής των ‘Dion and the Belmonts’ - γεννήθηκε ως Dion Francis DiMucci, στις 18 Ιουλίου 1939, στο Μπρόνξ της Νέας Υόρκης και οι γονείς του ήταν Ιταλοαμερικάνοι.
Άρχισε να τραγουδάει από τα πέντε του χρόνια (ο πατέρας του ήταν τραγουδιστής και η μητέρα του ηθοποιός).
Αρχικά έδειξε ενδιαφέρον για την country - και ειδικά για τον Hank Williams – και στη συνέχεια για την blues και τα doo-wop συγκροτήματα.
Το 1957 σχημάτισε το πρώτο του συγκρότημα, ‘Dion and the Timberlanes’ και έγραψε μαζί τους ένα άτυχο σίνγκλ το ‘The Chosen Few’ για τη μικρή εταιρία δίσκων ‘Mohawk’ της Νέας Υόρκης.
Το 1958 σχημάτισε τους ‘Belmonts’, με τους Fred Milano (δεύτερος τενόρος), Angelo D’ Aleo (πρώτος τενόρος) και Carlo Mastrangelo (βαρύτονος), όλοι Ιταλικής καταγωγής.
Υπογράψανε συμβόλαιο με τη εταιρία δίσκων Laurie και ηχογραφήσανε ένα αποτυχημένο μικρό δίσκο, προτού γράψουνε το “I Wonder Why”που έφτασε το νούμερο 22 του Αμερικάνικου τοπ. Ακολουθήσανε δυο ακόμα επιτυχίες στην Αμερική, το “No One Knows” και το “Don’t Pity Me”, προτού εξασφαλίσουνε μια παγκόσμια επιτυχία με το κλασσικό “Teenager in Love”, που έφτασε το νούμερο 5 του Αμερικάνικου τοπ το 1959.
Την ίδια χρονιά ο D’ Aleo κατατάγηκε στο στρατό και το συγκρότημα συνέχισε σαν τρίο, γράφοντας επιτυχίες σαν τις “When or When” (νούμερο 3 στην Αμερική) και “When You Wish Upon A Star” . Στο μεταξύ, είχανε γίνει το πιο δημοφιλές νεανικό λευκό φωνητικό συγκρότημα στην Αμερική.
Στα τέλη του 1960, ο Dion άκουσε την συμβουλή του μάνατζέρ του και αποσπάστηκε από τους Belmonts για να ακολουθήσει σόλο καριέρα. Το συγκρότημα χωρίς τον Dion, συνέχισε ως “The Belmonts”, με τον Carlo Mastrangelo να έχει τα κύρια φωνητικά (για αυτό έμειναν γνωστοί και ως “Carlo & The Belmonts”), έχοντας μία μέτρια επιτυχία την περίοδο 1961-63 με δίσκους σαν το “Tell Me Why” το 1961 (έφτασε στο νούμερο 18), “I Confess” και “Come On Little Angel” (έφτασε στο νούμερο 25).
Την ίδια ώρα ο Dion έγινε ένας από τούς μεγαλύτερους τραγουδιστές της περιόδου (αρκετά δημοφιλής και στην Ελλάδα).
Ο πρώτοι του τρεις δίσκοι, στο παλιό του στύλ της ερωτικής μπαλάντας, δεν κάνανε ιδιαίτερη αίσθηση με εξαίρεση τον πρώτο, “Lonely Teenager”, το Νοέμβριο του 1960, που έφτασε το νούμερο 12 του αμερικάνικου τοπ, αλλά σαν άλλαξε το στυλ του, το 1961, παρουσιάζοντας ένα ιδίωμα που θα μπορούσαμε σήμερα να το χαρακτηρίσουμε σαν ένα από τα πρώτα δείγματα punk, έγινε διεθνές αστέρι.
Το πρώτο του σινγκλ με το νέο στυλ, το “Runaround Sue”, έφτασε το νούμερο 1 του αμερικάνικου και το νούμερο 12 του εγγλέζικου τοπ, ενώ το δεύτερο, το “The Wanderer”, σκαρφάλωσε επίσης μέχρι την κορυφή του αμερικάνικου τοπ (νο 2).
Από κει και μετά, ακολουθεί μια αλυσίδα από επιτυχίες "Lovers Who Wander" (#3), "Little Diane" (#8), "Love Came To Me" (#10), όλα μπήκαν στο top 10 το 1962.
Στα τέλη τού 1962, υπογράφει συμβόλαιο με την Columbia Records (η CBS κυκλοφορεί για πρώτη φορά δίσκους του στην Ελλάδα) και γράφει επιτυχίες όπως το "Ruby Baby", (των Leiber and Stoller που πρώτοι ηχογράφησαν οι Drifters), που έφτασε στο νο 2, "Donna the Prima Donna", "Drip Drop" (πάλι των Drifters) , που έφτασαν στο νο 6 στα τέλη του 1963.
Η δημοτικότητά του πέφτει ξαφνικά το 1964. Πολλοί πιστεύουν ότι η πτώση οφείλεται στην Μπητλομανία, αλλά στην πραγματικότητα ο Dion, παρά την εμφάνιση του «καλού παιδιού» που θέλει να δώσει έχει πρόβλημα με τα ναρκωτικά.
Περνάει το μεγαλύτερο μέρος της περιόδου 1964-65 σε απομόνωση και κυκλοφορεί πολλά λίγα σίνγκλς, όλα rhythm nad blues (προτού το είδος αποκτήσει τη δημοτικότητα που θα συναντήσουμε αργότερα στη δεκαετία του ’60) αλλά.κανένα τους δεν συναντά ιδιαίτερη επιτυχία.
Το 1967, ο Dion ένώνεται ξανά μέ τούς Belmonts καί γράφουν μαζί δυό εξαιρετικά σίνγκλς (“Mr. Moving Man” και “Berimbau”) και ένα άλμπουμ στην ΑΒC που, ωστόσο, δεν έχουν κανένα εμπορικό αντίκτυπο.
Ενώ νομίζουν όλοι πως η καριέρα του Dion έχει τελειώσει, εμφανίζεται ξαφνικά μόνος του το 1969, με το “Abraham, Martin & John”, σε απάντηση στις δολοφονίες των John F. Kennedy, Martin Luther King και Robert F. Kennedy, (Το ‘Abraham’,αναφέρεται στον Λίκολν), που φτάνει μέχρι του νούμερο 4 του αμερικάνικου τοπ και που κάνει πολλούς να τον χαρακτηρίσουν σαν το νέο αστέρι της folk.
Το 1979 δήλωσε «αναγεννημένος χριστιανός» και ηχογράφησε σύγχρονη χριστιανική μουσική. Αργότερα επέστρεψε από τον προτεσταντισμό στον καθολικισμό και επισκέπτεται φυλακισμένους και άτομα που προσπαθούν να απεξαρτητοποιηθούν.
Το 1988 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του με τον τίτλο ‘The Wanderer: Dion's Story’ και την επόμενη χρονιά μπήκε στο ‘Rock and Roll Hall of Fame’.