Ο Jody Reynolds γεννήθηκε ως Ralph Joseph Reynolds στις 3 Δεκεμβρίου του 1932, στο Ντένβερ του Κολοράντο. Μεγάλωσε
στη μικρή πόλη του Shady Grove της Οκλαχόμα. Οι μουσικές του επιρροές ήταν το Western Swing
και καλλιτέχνες όπως ο Bob Wills, Hank Thompson, και Eddy Arnold, που άκουγε στο
ραδιόφωνο. Σε ηλικία 14 ετών, ο Reynolds πήρε κιθάρα και ξεκίνησε να παίζει
rockabilly στο Τέξας στα μέσα της δεκαετίας του 1950, επηρεασμένος από τους αγαπημένους
του Elvis Presley, Carl Perkins και Roy Orbison.
Ενώ έπαιζε μουσική στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, συναντήθηκε
με τον μουσικό παραγωγό Herb Montel.
Ο Montel απέρριψα αρκετά τραγούδια του, αλλά μόλις άκουσε το "Endless
Sleep", τον έβαλε να υπογράψει για την
εταιρία Demon Records και έγινε ο μάνατζέρ του.
Το "Endless Sleep"
έμελε να είναι το πιο γνωστό κομμάτι του. Εμπνευσμένο από το ‘στοιχειωμένο ήχο’
του "Heartbreak Hotel" του Elvis, ο Reynolds έγραψε το "Endless
Sleep" ενώ ήταν στη Γιούμα της Αριζόνα για μια συναυλία, και το έπαιξε στη
σκηνή την ίδια βραδιά.
Αν και ήταν ο ίδιος ικανός κιθαρίστας, χρησιμοποίησε στο
στούντιο ηχογράφησης τους κιθαρίστες Al Casey και Howard Roberts. Με συναισθηματικά φορτωμένα
φωνητικά, το "Endless Sleep" αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού άνδρα
που ψάχνει απεγνωσμένα για τη φίλη του, η οποία, μετά από ένα τσακωμό ρίχτηκε στην
θάλασσα. Η εταιρία πίεσε τον Reynolds να αλλάξει τους στίχους του για να έχει το
τραγούδι ένα αίσιο τέλος. Αν και απρόθυμα, ο
Reynolds τελικά ενέδωσε.
Το τραγούδι έφθασε στο νούμερο 5 στα αμερικάνικα Billboard Hot 100 Chart στις 7 Ιουλίου
του 1958, πουλώντας πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα, και ενέπνευσε μια τάση "teen tragedy" τραγουδιών, τα οποία
αφηγούνται τραγικές εφηβικές ιστορίες. Πιο
γνωστά teenage
tragedy songs της εποχής είναι το "Teen
Angel" του Mark Dinning (1959), το "Tell Laura I Love Her" του Ray Peterson (1960), το "Ebony Eyes" των Everly Brothers (1961), το "Johnny Remember
Me" του John Leyton (1961), το "Moody River" του Pat Boone (1961), το "Leader of the
Pack" των Shangri-Las (1964).
Πετυχημένος πλέον ο Reynolds, εμφανίστηκε στο American Bandstand και σε
άλλα τηλεοπτικά προγράμματα καθώς και σε
συναυλίες που διοργάνωσε ο θρυλικός disc jockey Alan Freed. Το "Endless Sleep" αργότερα θα το έπαιζαν οι Judds,
ο John Fogerty, ο Hank Williams Jr. μέχρι
και ο Billy Idol.
Ακολούθησε το - πολύ καλύτερο κατά την γνώμη μου - "Fire of Love", το οποίο έφθασε στο
νούμερο 66 στα charts του Billboard, όταν κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1958. Το
κομμάτι έπαιξαν αργότερα η χαρντ ροκ - πανκ μπάντα MC5 και η πανκ ροκ μπάντα Gun Club.
Ο Reynolds ηχογράφησε και άλλα singles, και με άλλες εταιρίες
και δύο instrumentals υπό το όνομα "The Storms". Μετά, περί τα μέσα της δεκαετίας του 1960 εγκαταστάθηκε
στο Παλμ Σπρινγκς, όπου ασχολήθηκε με την οικογένειά του και εργαζόταν ως
μεσίτης. Ωστόσο, η αγάπη του για τη μουσική δεν έσβησε και συνέχισε να γράφει και
να ηχογραφεί τραγούδια σε ένα μικρό home studio, και περιστασιακά να εμφανίζεται
σε "oldies" shows.
Ο συνταγματάρχης Τομ Πάρκερ, μάνατζερ του Elvis, έβαλε τον Reynolds
να υπογράψει την Boxcar Publishing Co., νομίζοντας ότι ο Elvis θα έδειχνε
ενδιαφέρον για κάποια από τα τραγούδια του, όμως Presley πέθανε το 1977, χωρίς να
προλάβει να ηχογραφήσει κάτι από αυτά. Ο Reynolds περιέλαβε ένα από τα
τραγούδια που είχε γράψει για τον Presley, το "Yesterday and Today" σε ένα άλμπουμ το
1978.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, και αρχές της δεκαετίας του
1980, καθώς το rockabilly γνώριζε μια αναβίωση, τα τραγούδια του επανακυκλοφόρησαν
σε Ευρώπη και Αμερική.
Το 1999 έγινε η ένταξή του στο Rockabilly Hall of Fame.
Ο Reynolds πέθανε στις 7 Νοεμβρίου 2008 σε ηλικία 75 ετών.